Правительственный στα ελληνικά

Μετάφραση: правительственный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υπουργικός, κυβέρνηση, κυβέρνησης, της κυβέρνησης, κρατικών, κυβερνητικές
Правительственный στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • багажник στα ελληνικά - μπαούλο, σεντούκι, μπότα, προβοσκίδα, φορέας, αποσκευές, κορμός, ...
  • вице-король στα ελληνικά - αντιβασιλέας, Viceroy, αντιβασιλέα, αντιβασιλιάς, αντιβασιλιά
  • газировать στα ελληνικά - αερίζω, φροντίδα, κατηγορία, εξαερίζω, αερισμό, τον αερισμό, αερίστε
  • единичный στα ελληνικά - ανύπαντρος, μονόκλινος, μονός, ασυντρόφευτος, μόνος, μοναχικός, απόκοσμος, ...
Τυχαίες λέξεις
Правительственный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υπουργικός, κυβέρνηση, κυβέρνησης, της κυβέρνησης, κρατικών, κυβερνητικές