Λέξη: άγιος

Σχετικές λέξεις: άγιος

άγιος εφραίμ, άγιος νικόλαος, άγιος νεκτάριος, άγιος κυπριανός, άγιος ραφαήλ, άγιος γεώργιος, άγιος χριστόφορος, άγιος αθανάσιος, άγιος σάββας, άγιος πορφύριος, άγιος δημήτριος, άγιος ιωάννης, άγιος στέφανος, άγιος βασίλης, άγιος βαλεντίνος, άγιος λουκάς, άγιος κωνσταντίνος, άγιος βασίλειος, άγιος ανδρέας, άγιος γεράσιμος

Συνώνυμα: άγιος

ιερός, ευλογημένος, καταραμένος

Μεταφράσεις: άγιος

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
saint, saintly, holy, Agios, St.
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
san, santo, saint, San, santa, de Saint
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
heilig, sankt, ideal, heilige, heiliger, Heilige, saint, Heiligen, Heiliger, Patron
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
saint, sacrée, sacré, idéal, sainte, de Saint
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
santo, saint, santa, san, di Saint
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
ideal, santo, santa, saint, São, de saint
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
ideaal, heilige, Saint, Sint, van Saint
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
угодник, безгрешный, преподобный, святой, священный, пуританин, Санкт, святым, святого
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
helgen, saint, helgenen, i Saint
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
helgon, saint, helgonet, sainten
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
pyhä, ihanteellinen, pyhimys, Saint, pyhimyksen, pyhän
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
saint, helgen, sankt, i Saint
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
posvátný, svatý, Saint, světec, svatým, světcem
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
święta, święty, świątobliwy, saint, świętym, świętego
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
szent, Saint, szentet
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
aziz, mükemmel, ideal, saint, azizi, bir aziz, azize
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
безгрішний, пуританин, святий, священний, святої, святою, святій, святого
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
shenjt, shenjtor, shenjti, shenjtë, saint
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
светец, Свети, Saint, Сен, светия
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
святой, святы, Сьвятой, сьвяты, св
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
pühak, pühaklik, püha, pühakusarnane, saint, pühaku, pühakuks
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
sv., svetiti, svetac, posvetiti, Saint, svetica, u Saint, sveca
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
dýrlingur, Saint, Sankti, heilög, í Saint
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
pavyzdys, idealas, šventasis, Saint, Sent, šventuoju, šventoji
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
paraugs, ideāls, svētais, Saint, svēto, svētā, svēta
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
светителот, светец, светител, Свети, светецот
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
ideal, sfânt, Saint, sfant, sfînt, sfântă
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
svatá, saint, svetnik, svetnica, svetnika, Sveti
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
svätec, svätý, Svatý, Svätá, sv, Saint

Στατιστικά δημοτικότητας: άγιος

Τυχαίες λέξεις