Прокатчик στα ελληνικά
Μετάφραση: прокатчик, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μπικουτί, διανομέας, διανομείς, Οι διανομείς, Αντιπρόσωποι, τους διανομείς, των διανομέων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- асимметрия στα ελληνικά - ασυμμετρία, ασυμμετρίας, η ασυμμετρία, την ασυμμετρία, της ασυμμετρίας
- выученный στα ελληνικά - μάθει, έμαθαν, έμαθε, έμαθα, αντλήθηκαν
- дезинфекция στα ελληνικά - απολύμανση, απολύμανσης, την απολύμανση, η απολύμανση, της απολύμανσης
- жеребьёвка στα ελληνικά - έλκω, ζωγραφίζω, τραβώ, επισύρω, κλήρωση, ισοπαλία, επιστήσω, ...
Τυχαίες λέξεις
Прокатчик στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μπικουτί, διανομέας, διανομείς, Οι διανομείς, Αντιπρόσωποι, τους διανομείς, των διανομέων
Μεταφράσεις: μπικουτί, διανομέας, διανομείς, Οι διανομείς, Αντιπρόσωποι, τους διανομείς, των διανομέων