Проталкиваться στα ελληνικά
Μετάφραση: проталкиваться, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κολοκύθι, ζουλώ, πατικώνω, ώθηση, ώθησης, πάτημα, πίεσης, προώθησης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бесконечно στα ελληνικά - εξαιρετικά, απείρως, άπειρα, απεριόριστα, διαβαθμίσεις, άπειρες
- вертикально στα ελληνικά - όρθιος, όρθια, όρθια θέση, όρθιο, σε όρθια θέση
- воздерживаться στα ελληνικά - επωδός, αμπάρι, απέχω, παρακρατώ, κρατώ, αποφεύγουν, απέχουν, ...
- гальваностереотип στα ελληνικά - γαλβανίζω, electroplate, με ηλεκτρόλυση, ηλεκτρόλυση, επιμεταλλώστε με ηλεκτρόλυση
Τυχαίες λέξεις
Проталкиваться στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κολοκύθι, ζουλώ, πατικώνω, ώθηση, ώθησης, πάτημα, πίεσης, προώθησης
Μεταφράσεις: κολοκύθι, ζουλώ, πατικώνω, ώθηση, ώθησης, πάτημα, πίεσης, προώθησης