Пульверизировать στα ελληνικά

Μετάφραση: пульверизировать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ψεκάζω, ατομοποιημένης, κονιορτοποιημένα, σταγονοποιημένο, εκνεφωθέντων, νεφοποιημένος
Пульверизировать στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • аспид στα ελληνικά - ασπίδα, asp, Αδρ, Αερ, Αβρ
  • безвкусица στα ελληνικά - raunch
  • веротерпимость στα ελληνικά - ανεκτικότητα, ανοχή, την ανοχή, η ανοχή, ανοχή έναντι
  • веяние στα ελληνικά - τάση, μόδα, αναπνοή, ανάσα, αναπνοής, την αναπνοή, πνοή
Τυχαίες λέξεις
Пульверизировать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ψεκάζω, ατομοποιημένης, κονιορτοποιημένα, σταγονοποιημένο, εκνεφωθέντων, νεφοποιημένος