Расцветать στα ελληνικά
Μετάφραση: расцветать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άνθος, λουλούδι, επεκτείνω, διευρύνω, ανθίζω, διαστέλλω, φουσκώνω, ανθίσει, άνθη, ανθών, άνθηση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- будничный στα ελληνικά - καθημερινός, καθημερινό, workaday, συνήθης, πρακτικός
- вывод στα ελληνικά - επαγωγή, ανάπτυξη, αφαίρεση, αναβάτης, συνέπεια, σημασία, έκπτωση, ...
- годность στα ελληνικά - χρησιμεύω, όφελος, επισκευάζω, ισχύς, ωφελώ, καταλληλότητα, επισκευή, ...
- живокость στα ελληνικά - δελφίνι, Larkspur, Δελφίνιο, καπουτσίνοι, καπουτσίνους
Τυχαίες λέξεις
Расцветать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άνθος, λουλούδι, επεκτείνω, διευρύνω, ανθίζω, διαστέλλω, φουσκώνω, ανθίσει, άνθη, ανθών, άνθηση
Μεταφράσεις: άνθος, λουλούδι, επεκτείνω, διευρύνω, ανθίζω, διαστέλλω, φουσκώνω, ανθίσει, άνθη, ανθών, άνθηση