Сборщик στα ελληνικά

Μετάφραση: сборщик, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συλλέκτης, συλλέκτη, συλλογής, συλλεκτών, συλλεκτικών
Сборщик στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • галлюцинировать στα ελληνικά - παραισθήσεις, hallucinate, έχουμε παραισθήσεις, έχουν ψευδαισθήσεις, παραίσθηση
  • дизайн στα ελληνικά - σχεδιασμός, σχέδιο, σχεδιασμό, σχεδιασμού, σχεδίαση
  • досье στα ελληνικά - λιμάρω, υποβάλλω, πίφερο, φάκελος, φάκελο, φακέλου, φάκελλο, ...
  • заботить στα ελληνικά - ανησυχία, ενδιαφέρον, παρενοχλώ, ανησυχώ, κόπος, ταλαιπωρία, ενοχλώ, ...
Τυχαίες λέξεις
Сборщик στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συλλέκτης, συλλέκτη, συλλογής, συλλεκτών, συλλεκτικών