Светло στα ελληνικά
Μετάφραση: светло, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λαμπερά, λαμπρά, φως, φωτός, πρίσμα, το φως, βάση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- атом στα ελληνικά - άτομο, ατόμου, άτομον, άτομα, ατόμων
- богомольный στα ελληνικά - πιστός, ευσεβής, προσευχόμενος, ευλαβής, προσευχητική, την προσευχητική
- егор στα ελληνικά - Egor, Ο Egor, του Egor, τον Egor, στον Egor
- жопа στα ελληνικά - γάιδαρος, κώλος, κώλο, τον κώλο, γάιδαρο
Τυχαίες λέξεις
Светло στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λαμπερά, λαμπρά, φως, φωτός, πρίσμα, το φως, βάση
Μεταφράσεις: λαμπερά, λαμπρά, φως, φωτός, πρίσμα, το φως, βάση