Λέξη: ολοκλήρωση

Σχετικές λέξεις: ολοκλήρωση

ολοκλήρωση μετάφραση, ολοκλήρωση μητροπολιτικών δακτυλίων με εθνικά δίκτυα, ολοκλήρωση κλήσησ σε κατειλημμένη σύνδεση, ολοκλήρωση κλήσης σε κατειλημμένη σύνδεση isdn, ολοκλήρωση english, ολοκλήρωση κατα παράγοντες, ολοκλήρωση αγγλικά, ολοκλήρωση πολιτιστικού συνεδριακού κέντρου ηρακλείου κρήτης, ολοκλήρωση συνώνυμα, ολοκλήρωση με αντικατάσταση

Συνώνυμα: ολοκλήρωση

συμπλήρωση, αποπεράτωση, συντέλεση, αποτελείωση, τελειοποίηση

Μεταφράσεις: ολοκλήρωση

ολοκλήρωση στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
completion, integration, completion of, complete, completed

ολοκλήρωση στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
terminación, finalización, realización, completar, conclusión

ολοκλήρωση στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
fertigstellung, erledigung, beendigung, ausfüllen, endfertigung, beendung, ergänzung, vervollständigung, komplettierung, Abschluss, Fertigstellung, Vollendung, Beendigung, Vervollständigung

ολοκλήρωση στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
dénouement, terminaison, fin, réalisation, conclusion, bout, accomplissement, perfection, achèvement, l'achèvement, la fin

ολοκλήρωση στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
compimento, ultimazione, completamento, termine, il completamento, realizzazione, conclusione

ολοκλήρωση στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
realização, conclusão, a conclusão, cumprimento, de conclusão

ολοκλήρωση στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
voltooiing, afronding, de voltooiing, voltooid, afloop

ολοκλήρωση στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
отбывание, заключение, окончание, завершение, довершение, довершать, завершения, пополнение, завершении, окончания

ολοκλήρωση στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
ferdigstillelse, fullføring, komplettering, gjennomføring, gjennomføringen

ολοκλήρωση στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
slutförande, färdigställande, slutför, fullbordan, avslutad

ολοκλήρωση στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
täydellistymä, valmistuminen, loppuun, päätökseen, päätyttyä, valmistumisen

ολοκλήρωση στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
færdiggørelse, afslutningen, afslutning, gennemførelsen, gennemførelse

ολοκλήρωση στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
dokončení, vyplnění, ukončení, dovršení, konec, absolvování, doplnění, dokončování, kompletace

ολοκλήρωση στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
spełnienie, wypełnienie, ukończenie, zakończenie, sfinalizowanie, uzupełnienie, zrealizowanie, realizacja, zakończenia, realizacji

ολοκλήρωση στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
kiegészítés, beteljesedés, befejezés, befejezése, befejezését, befejezésének, befejezésekor

ολοκλήρωση στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
tamamlama, tamamlanması, tamamlanma, tamamlanma yüzdesi, bitirme

ολοκλήρωση στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
завершення, закінчення

ολοκλήρωση στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
përfundim, përfundimi, përfundimit, kompletimi, plotësimi

ολοκλήρωση στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
завършване, приключване, завършването, приключването, завършеност

ολοκλήρωση στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
завяршэнне, заканчэнне, Напрыканцы, завяршэньне

ολοκλήρωση στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
täiendamine, jume, lõpuleviimine, lõpetamine, lõpetamist, lõpuleviimist, lõpuleviimisest

ολοκλήρωση στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
završetak, završetka, dovršetak, dovršenje, završetku

ολοκλήρωση στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
lokið, ljúka, lýkur, er lokið, endalok

ολοκλήρωση στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
užbaigimas, užbaigti, užbaigimo, baigti, sukūrimas

ολοκλήρωση στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
pabeigšana, pabeigšanas, pabeigšanu, pabeigt, pabeigta

ολοκλήρωση στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
завршување, завршувањето, проектот, комплетирање, на проектот

ολοκλήρωση στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
completare, finalizarea, finalizare, completarea, terminarea

ολοκλήρωση στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
dokončanje, Dokončno, zaključek, dokončanja, zaključka

ολοκλήρωση στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
dokončení, dokončenie, ukončení, dokončenia, ukončenie

Στατιστικά δημοτικότητας: ολοκλήρωση

Τυχαίες λέξεις