Специфический στα ελληνικά
Μετάφραση: специфический, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συγκεκριμένος, παράξενος, παράδοξος, ειδικός, ειδικές, ειδικών, συγκεκριμένες
Μεταφράσεις
- аорта στα ελληνικά - αορτή, αορτής, της αορτής, την αορτή
- грешник στα ελληνικά - αμαρτωλός, αμαρτωλό, αμαρτωλού, αμαρτωλή, αμαρτωλοί
- дезинтеграция στα ελληνικά - αναστάτωση, αποσύνθεση, διάλυση, διάσπαση, αποσύνθεσης, διάσπασης
- дошкольный στα ελληνικά - προσχολικός, προσχολική, προσχολικής, προσχολικής ηλικίας, παιδιά προσχολικής
Τυχαίες λέξεις
Специфический στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συγκεκριμένος, παράξενος, παράδοξος, ειδικός, ειδικές, ειδικών, συγκεκριμένες
Μεταφράσεις: συγκεκριμένος, παράξενος, παράδοξος, ειδικός, ειδικές, ειδικών, συγκεκριμένες