Стопка στα ελληνικά

Μετάφραση: стопка, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στοίβα, κύλινδρος, κυλώ, ψωμάκι, τζάμι, γυαλί, στοιβάδα, στοιβάζω, ποτήρι, σωρός, σωρό, σωρού, πέλος
Стопка στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • баттерфляй στα ελληνικά - πεταλούδα, πεταλούδας, πεταλούδων, πεταλούδες
  • безумие στα ελληνικά - ταραχή, αναψυχή, λύσσα, παραφροσύνη, τρέλα, φρενίτιδα, μανία, ...
  • вегетативный στα ελληνικά - αγενούς, φυτική, βλαστικό, βλαστική, βλαστικής
  • вязаться στα ελληνικά - διανύω, καταμετρώ, είμαι, βρίσκομαι, συμφωνώ, ταιριάζει, ταιριάζει σε, ...
Τυχαίες λέξεις
Стопка στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στοίβα, κύλινδρος, κυλώ, ψωμάκι, τζάμι, γυαλί, στοιβάδα, στοιβάζω, ποτήρι, σωρός, σωρό, σωρού, πέλος