Λέξη: άλγος
Σχετικές λέξεις: άλγος
άλγος - θα είμαι εδώ lyrics, άλγος πτέρνας, άλγος στην περιοχή της πυέλου, άλγος ορθού, άλγος στη βουβωνική χώρα, άλγος δεξιού υποχονδρίου, άλγος ορισμός, άλγος στο δεξιό υποχόνδριο, άλγος αριστερού υποχονδρίου, άλγος δεξιού λαγονίου βόθρου
Συνώνυμα: άλγος
αγωνία, οδύνη
Μεταφράσεις: άλγος
άλγος στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
tenderness, pain
άλγος στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
ternura, terneza, dolor, el dolor, dolor de, del dolor, dolor en
άλγος στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
vorliebe, zärtlichkeit, Schmerz, Schmerzen
άλγος στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
délicatesse, douceur, tendresse, sensibilité, subtilité, affection, finesse, douleur, la douleur, douleurs, des douleurs, peine
άλγος στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
affettuosità, tenerezza, dolore, il dolore, dolori, del dolore, di dolore
άλγος στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
dor, a dor, dores, da dor, de dor
άλγος στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
delicaatheid, kiesheid, fijnheid, teerheid, tederheid, pijn, de pijn, pijn in, pijn op, pijn te
άλγος στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
нежность, совестливость, умиление, умильность, боль, боли, боль в, боли в
άλγος στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
ømhet, smerte, smerter, smerten, vondt
άλγος στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
ömhet, smärta, smärtan, smärt, smärtor
άλγος στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
hellyys, hentous, kipu, kipua, kivun, tuskaa, pain
άλγος στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
smerte, smerter, smerterne, smerten, smerterne i
άλγος στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
jemnost, křehkost, záliba, lahodnost, náklonnost, něha, měkkost, citlivost, něžnost, bolest, bolesti, bolestí, bolest v, bolest na
άλγος στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
kruchość, czułość, delikatność, tkliwość, ból, bólu, bóle, ból w, pain
άλγος στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
fájdalom, fájdalmat, a fájdalom, fájdalommal, a fájdalmat
άλγος στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
ağrı, ağrısı, acı, a¤r, ağrının
άλγος στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
совісність, ніжність, біль, болю
άλγος στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
dhimbje, dhimbja, dhimbje të, dhimbjen, dhembje
άλγος στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
болка, болки, болката, болка в, болки в
άλγος στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
боль
άλγος στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
õrnus, valu
άλγος στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
blagoće, obzirnost, blagost, bol, boli, bol u, bolovi, bolova
άλγος στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
verkir, verkur, sársauki, sársauka, verkir í
άλγος στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
skausmas, skausmo, skausmą, skausmai
άλγος στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
pieķeršanās, sāpes, vēderā, sāpju, sāpēm
άλγος στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
болка, болката, болки, болка во, болки во
άλγος στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
afecţiune, durere, dureri, durerii, durerea, de durere
άλγος στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
bolečina, bolečine, bolečino, bolečine v, bolečina v
άλγος στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
bolesť, bolesti
Στατιστικά δημοτικότητας: άλγος
Τυχαίες λέξεις