Стульчак στα ελληνικά
Μετάφραση: стульчак, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σκαμνί, έδρανο, σκαμπό, κομοδίνο, κομό, Commode, κομοδίνου, Κομότα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- агломерация στα ελληνικά - συσσώρευση, συσσωμάτωση, οικισμό, συσσωμάτωσης, οικισμού
- глупыш στα ελληνικά - χαζός, Fulmar, ΡιιΙγπ
- гневить στα ελληνικά - θυμός, οργή, φούρκα, θυμό, θυμού, το θυμό
- джордж στα ελληνικά - Γεώργιος, Γιώργος, George, Γεωργίου, Γιώργο
Τυχαίες λέξεις
Стульчак στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σκαμνί, έδρανο, σκαμπό, κομοδίνο, κομό, Commode, κομοδίνου, Κομότα
Μεταφράσεις: σκαμνί, έδρανο, σκαμπό, κομοδίνο, κομό, Commode, κομοδίνου, Κομότα