Тарифицировать στα ελληνικά
Μετάφραση: тарифицировать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τιμή, αναλογία, δασμολόγιο, δασμολογικών, δασμολογική, δασμολογικής, δασμολογικές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- блок στα ελληνικά - τροχαλία, συνασπισμός, μονάδα, φραγμός, κουβάς, στηρίγματα, μπλοκ, ...
- викторина στα ελληνικά - κουίζ, quiz, το κουίζ, παιχνίδι γνώσεων, τεστ
- воздух στα ελληνικά - στοιχείο, αέρας, ατμόσφαιρα, αέρα, του αέρα, αεροπορικών, αέρος
- выпушка στα ελληνικά - σωλήνωση, μπορντούρα, περίγραμμα, τρόχισμα, τελείωμα, προστατευτικά αστραγάλων
Τυχαίες λέξεις
Тарифицировать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τιμή, αναλογία, δασμολόγιο, δασμολογικών, δασμολογική, δασμολογικής, δασμολογικές
Μεταφράσεις: τιμή, αναλογία, δασμολόγιο, δασμολογικών, δασμολογική, δασμολογικής, δασμολογικές