Тенденция στα ελληνικά
Μετάφραση: тенденция, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προκατάληψη, φλέβα, ροπή, οδηγώ, μόδα, τάση, διάθεση, ατμόσφαιρα, τόνος, πνεύμα, τάσης, εξέλιξη, η τάση, τάσεις
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- баловень στα ελληνικά - αγαπημένος, θωπεύω, αγάπη, αγάπη μου, Ντάρλινγκ, darling, η αγάπη
- бинокулярный στα ελληνικά - διοπτρικό, διόφθαλμη, διοφθαλμική, διοφθαλμικό, διοπτρική
- выработать στα ελληνικά - παράγω, φτιάχνω, κατασκευάζω, προσκομίζω, εξαναγκάζω, κάνω, αναπτύξουν, ...
- гевея στα ελληνικά - seringa
Τυχαίες λέξεις
Тенденция στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προκατάληψη, φλέβα, ροπή, οδηγώ, μόδα, τάση, διάθεση, ατμόσφαιρα, τόνος, πνεύμα, τάσης, εξέλιξη, η τάση, τάσεις
Μεταφράσεις: προκατάληψη, φλέβα, ροπή, οδηγώ, μόδα, τάση, διάθεση, ατμόσφαιρα, τόνος, πνεύμα, τάσης, εξέλιξη, η τάση, τάσεις