Фамильярный στα ελληνικά

Μετάφραση: фамильярный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξοικειωμένος, οικείος, εξοικειωμένοι, οικεία, οικείο
Фамильярный στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • альфред στα ελληνικά - Alfred, Ο Alfred, Άλφρεντ, τον Alfred, του Alfred
  • ату στα ελληνικά - αντιστοιχία, ψηλά, καταμέτρηση, συμπίπτουν, συμφωνία τους
  • германец στα ελληνικά - Τευτώνας, Τευτών, Γερμανός, Teuton, Τευτόνων
  • громадина στα ελληνικά - μέγα ψεύδος, Whopper, το μέγα ψεύδος, κάποιο μπέργκερ, κάτι μέγα
Τυχαίες λέξεις
Фамильярный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξοικειωμένος, οικείος, εξοικειωμένοι, οικεία, οικείο