Феномен στα ελληνικά

Μετάφραση: феномен, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εμφάνιση, παρουσίαση, φαινόμενο, φαινομένου, το φαινόμενο, του φαινομένου, φαινόμενο αυτό
Феномен στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • вкладчица στα ελληνικά - καταθέτης, καταθέτη, των καταθετών, αποταμιευτή, αποθέτης
  • вскипание στα ελληνικά - αναβρασμός, αναβρασμό, αναβρασμού, ο αναβρασμός, αφρισμού
  • выудить στα ελληνικά - αρπάζω, ψάρι, αγκιστρώνω, γάντζος, άγκιστρο, πιάνω, εκχύλισμα, ...
  • дисковод στα ελληνικά - οδηγώ, αυτοκίνητο, δίσκο, δίσκου, κίνησης, μονάδα
Τυχαίες λέξεις
Феномен στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εμφάνιση, παρουσίαση, φαινόμενο, φαινομένου, το φαινόμενο, του φαινομένου, φαινόμενο αυτό