Шмыгнуть στα ελληνικά
Μετάφραση: шмыгнуть, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ξεπετάγομαι, βέλος, γλίστρημα, ολίσθημα, κουπόνι, ολίσθησης, ολίσθηση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- выигрывать στα ελληνικά - απολαβή, κερδίζω, νικώ, νίκη, Κέρδισε, Win, Κέρδισε τις, ...
- вынырнуть στα ελληνικά - σειρά, στροφή, αναδύομαι, στρίβω, αναδύονται, αναδυθεί, προκύπτουν, ...
- выучивать στα ελληνικά - μελέτη, επιθεωρώ, καθετήρας, διδάσκω, έρευνα, γραφείο, εποπτεύω, ...
- гагат στα ελληνικά - αεριωθούμενο, νεφρίτης, πετώ, πίδακας, jet, τζετ, πίδακα
Τυχαίες λέξεις
Шмыгнуть στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ξεπετάγομαι, βέλος, γλίστρημα, ολίσθημα, κουπόνι, ολίσθησης, ολίσθηση
Μεταφράσεις: ξεπετάγομαι, βέλος, γλίστρημα, ολίσθημα, κουπόνι, ολίσθησης, ολίσθηση