Штучный στα ελληνικά
Μετάφραση: штучный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνθετικός, τεχνητός, κομμάτι, τεμάχιο, κίνηση, τεμαχίου, κομματιού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- алан στα ελληνικά - Alan, Ο Alan, Άλαν, τον Alan, του Alan
- апробация στα ελληνικά - παραδοχή, έγκριση, επιδοκιμασία, επιδοκιμασίας, έγκρισή, approbation, επιδοκιμασίες
- ариозо στα ελληνικά - arioso
- дружный στα ελληνικά - φιλικός, ενωμένος, Ηνωμένες, ενωμένη, Ηνωμένων, ενωμένης
Τυχαίες λέξεις
Штучный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνθετικός, τεχνητός, κομμάτι, τεμάχιο, κίνηση, τεμαχίου, κομματιού
Μεταφράσεις: συνθετικός, τεχνητός, κομμάτι, τεμάχιο, κίνηση, τεμαχίου, κομματιού