Экспансивный στα ελληνικά

Μετάφραση: экспансивный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επεκτατικός, επεκτατική, επεκτατικής, επεκτατικές, επεκτατικό
Экспансивный στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • беспричинный στα ελληνικά - άνευ αιτίας
  • выбоина στα ελληνικά - τρύπα, λακκούβα, βάραθρο, λακκούβες, λακκούβας, pothole
  • динамизм στα ελληνικά - δυναμισμός, δυναμισμό, δυναμισμού, δυναμική, το δυναμισμό
  • житьё στα ελληνικά - βίος, ισόβιος, ύπαρξη, ζωή, κατοικία, κατοίκηση, κατοίκησης, ...
Τυχαίες λέξεις
Экспансивный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επεκτατικός, επεκτατική, επεκτατικής, επεκτατικές, επεκτατικό