Činohra στα ελληνικά
Μετάφραση: činohra, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δράμα, Δράμας, δράματος, το δράμα, Δραματική
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- čin στα ελληνικά - πράξη, αγωγή, διενέργεια, διάβημα, δράση, παράσταση, επενέργεια, ...
- činidlo στα ελληνικά - παράγων, αντιπρόσωπος, μέσο, πράκτορας, παράγοντα
- činčila στα ελληνικά - καλλίμαλο ζώο της Νότιας Αμερικής, τσιντσιλά, chinchilla, σινσιλά, σε τσιντσιλά
- čip στα ελληνικά - τσιπ, chip, μάρκα, μάρκες, μαρκών
Τυχαίες λέξεις
Činohra στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δράμα, Δράμας, δράματος, το δράμα, Δραματική
Μεταφράσεις: δράμα, Δράμας, δράματος, το δράμα, Δραματική