Kŕmiť στα ελληνικά
Μετάφραση: kŕmiť, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ταΐζω, σιτίζω, τροφοδοτώ, τροφή, ζωοτροφών, ζωοτροφές, τροφοδοσίας, των ζωοτροφών
Μεταφράσεις
- kľúč στα ελληνικά - κλειδί, πλήκτρο, βασικό, βασικά, βασικές
- kňaz στα ελληνικά - υπουργός, ιερέας, παπάς, ιερεύς, ιερέα, παπά
- kšeft στα ελληνικά - δουλειά, ρακέτα, ρακέτας, ρακέτα του, τη ρακέτα, της ρακέτας
- l στα ελληνικά - άργιλος, ιβ, Ι, λ, λίτρα
Τυχαίες λέξεις
Kŕmiť στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ταΐζω, σιτίζω, τροφοδοτώ, τροφή, ζωοτροφών, ζωοτροφές, τροφοδοσίας, των ζωοτροφών
Μεταφράσεις: ταΐζω, σιτίζω, τροφοδοτώ, τροφή, ζωοτροφών, ζωοτροφές, τροφοδοσίας, των ζωοτροφών