Τροφοδοτώ στα σλοβακικά
Μετάφραση: τροφοδοτώ, Λεξικό: ελληνικά » σλοβακικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
kŕmiť, nakŕmiť, palivo, kúriť, vykurovať, topiť, topit
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τροφοδοτώ
τροφοδοτώ μετάφραση, τροφοδοτώ στα αγγλικα, τροφοδοτώ in english, τροφοδοτώ συνώνυμα, τροφοδοτώ βικιλεξικο, τροφοδοτώ λεξικό γλώσσας σλοβακικά, τροφοδοτώ στα σλοβακικά
Μεταφράσεις
- τροφικός στα σλοβακικά - zažívací, výživný, výživový
- τροφοδοσία στα σλοβακικά - zásobovanie, zásobovania, dodávok, dodávky, zásobovaní
- τροφοδότης στα σλοβακικά - dodávateľ, dodávateľa, dodávateľom
- τροχαλία στα σλοβακικά - kladka, remenica
Τυχαίες λέξεις
Τροφοδοτώ στα σλοβακικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβακικά
Μεταφράσεις: kŕmiť, nakŕmiť, palivo, kúriť, vykurovať, topiť, topit
Μεταφράσεις: kŕmiť, nakŕmiť, palivo, kúriť, vykurovať, topiť, topit