Prvobytný στα ελληνικά
Μετάφραση: prvobytný, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πρωτόγονος, αρχέγονος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- pružnosť στα ελληνικά - ευκαμψία, ευελιξία, ευελιξίας, την ευελιξία, ελαστικότητα
- pružný στα ελληνικά - πλαδαρός, εύκαμπτος, ανθεκτικός, ευλύγιστος, ελαστικό, ελαστική, ελαστικά, ...
- prvok στα ελληνικά - πράγμα, κομμάτι, στοιχείο, στοιχείου, στοιχείων, στοιχεία, το στοιχείο
- prvotní στα ελληνικά - προϊστορικός, ακμή, πρώτος, προνομιακή, Prime, πρωταρχική
Τυχαίες λέξεις
Prvobytný στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πρωτόγονος, αρχέγονος
Μεταφράσεις: πρωτόγονος, αρχέγονος