Duševní στα ελληνικά
Μετάφραση: duševní, Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σλοβενικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πνευματικός, διανοητικός, διανοούμενος, ψυχική, ψυχικής, διανοητική, νοητική, ψυχικές
Μεταφράσεις
- dur στα ελληνικά - σημαντικός, ταγματάρχης, DUR
- duše στα ελληνικά - ψυχή, ψυχοσύνθεση, καρδιά, ψυχής, την ψυχή, η ψυχή, της ψυχής
- dva στα ελληνικά - δυο, δύο, τα δύο, των δύο
- dvajset στα ελληνικά - είκοσι, εικοστή, από είκοσι
Τυχαίες λέξεις
Duševní στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πνευματικός, διανοητικός, διανοούμενος, ψυχική, ψυχικής, διανοητική, νοητική, ψυχικές
Μεταφράσεις: πνευματικός, διανοητικός, διανοούμενος, ψυχική, ψυχικής, διανοητική, νοητική, ψυχικές