Postaviti στα ελληνικά
Μετάφραση: postaviti, Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σλοβενικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τοποθετώ, βάζω, μέρος, τόπος, θέση, τόπο, χώρα
Μεταφράσεις
- postava στα ελληνικά - χαρακτήρας, άνθρωπος, κράση, πρόσωπο, άτομο, καφέ, καστανό, ...
- postavit στα ελληνικά - αναστηλώνω, οικοδομώ, ορθώνω, ανεγείρω, αντιτίθεμαι, κατασκευάζω, εναντιώνομαι, ...
- postelja στα ελληνικά - κρεβάτι, κλίνης, κλίνη, κρεβατιού, bed
- postranice στα ελληνικά - σκευοθήκη, μπουφές, σερβάντα, αμφιπόδων, amphipods, αμφίποδα
Τυχαίες λέξεις
Postaviti στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τοποθετώ, βάζω, μέρος, τόπος, θέση, τόπο, χώρα
Μεταφράσεις: τοποθετώ, βάζω, μέρος, τόπος, θέση, τόπο, χώρα