Ansvarig στα ελληνικά

Μετάφραση: ansvarig, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αρμόδιος, υπεύθυνος, χρέωση, επιβάρυνση, χρεώνουν, χρεώνει, χρεώσει
Ansvarig στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • anstöt στα ελληνικά - παράβαση, προσβολή, αδίκημα, αδικήματος, παράβασης, αξιόποινη πράξη
  • ansvar στα ελληνικά - δωσιδικία, παθητικό, ευθύνη, ευθύνης, την ευθύνη, αρμοδιότητα, ευθύνες
  • ansvarslös στα ελληνικά - ανεύθυνος, ανεύθυνη, ανεύθυνο, ανεύθυνες, ανεύθυνης
  • ansvällning στα ελληνικά - φλεγμονή, πρήξιμο, οίδημα, διόγκωση, διόγκωσης, διογκώσεως
Τυχαίες λέξεις
Ansvarig στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αρμόδιος, υπεύθυνος, χρέωση, επιβάρυνση, χρεώνουν, χρεώνει, χρεώσει