Filter στα ελληνικά
Μετάφραση: filter, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κρησαρίζω, φίλτρο, διηθώ, φίλτρου, του φίλτρου, φίλτρων, ηθμού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- filosofi στα ελληνικά - φιλοσοφία, φιλοσοφίας, τη φιλοσοφία, Η φιλοσοφία, φιλοσοφία της
- filt στα ελληνικά - αισθανόμουν, τσόχα, ένιωθα, καλύπτω, κουβέρτα, κάλυμμα, γενική, ...
- filtrera στα ελληνικά - διηθώ, φίλτρο, κρησαρίζω, φίλτρου, του φίλτρου, φίλτρων, ηθμού
- fin στα ελληνικά - ψιλή, μαλθακός, χαριτωμένος, πρόστιμο, αίθριος, φίνος, λεπτός, ...
Τυχαίες λέξεις
Filter στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κρησαρίζω, φίλτρο, διηθώ, φίλτρου, του φίλτρου, φίλτρων, ηθμού
Μεταφράσεις: κρησαρίζω, φίλτρο, διηθώ, φίλτρου, του φίλτρου, φίλτρων, ηθμού