Λέξη: αστρονόμος

Σχετικές λέξεις: αστρονόμος

αστρονόμος δώρο, γάλλος αστρονόμος, ερασιτέχνης αστρονόμος, πτολεμαίος αστρονόμος, αρχαίος αστρονόμος, ιταλός αστρονόμος, γερμανός αστρονόμος, αγγλος αστρονόμος

Μεταφράσεις: αστρονόμος

αστρονόμος στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
astronomer, an astronomer

αστρονόμος στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
astrónomo, el astrónomo, astrónomo de, astrónoma, astrónomo del

αστρονόμος στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
sternforscher, astronom, Astronom, Astronomen

αστρονόμος στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
astronome, l'astronome, astronome de, astronomes

αστρονόμος στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
astronomo, dell'astronomo, l'astronomo, all'astronomo, astronomi

αστρονόμος στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
astrónomo, astrônomo, o astrônomo, o astrónomo, astrônoma

αστρονόμος στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
sterrenkundige, astronoom, de astronoom, astronomen

αστρονόμος στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
астроном, астрономом, астронома, астроному

αστρονόμος στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
astronom, astronomen, astronomer

αστρονόμος στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
astronom, astronomen, astronomer

αστρονόμος στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
tähtitieteilijä, astronomi, tähtitieteilijän, astronomer

αστρονόμος στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
astronom, astronomen, astronomer, astronoms

αστρονόμος στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
hvězdář, astronom, astronoma, astronomem, astronomka

αστρονόμος στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
astronom, astronoma, astronomem, astronomer

αστρονόμος στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
csillagász, csillagásza, asztronómus, csillagászt

αστρονόμος στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
astronom, gökbilimci, bir astronom, astronomi, astronomu

αστρονόμος στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
астроном

αστρονόμος στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
astronom, astronomi, astronomi i, astronom i, astronomer

αστρονόμος στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
астроном, астрономът, астронома, астроном от

αστρονόμος στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
астраном, астроном

αστρονόμος στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
astronoom, astronoomi, astronoomina, täheteadlase

αστρονόμος στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
astronom, astronoma, je astronom, astronomu

αστρονόμος στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
stjörnufræðingur, stjörnufræðingurinn

αστρονόμος στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
astrologus

αστρονόμος στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
astronomas, astronomo, astronomu, astronomė

αστρονόμος στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
astronoms, astronome, astronomu, astronomam

αστρονόμος στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
астроном, астрономот, астроном од, астрономите

αστρονόμος στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
astronom, astronomul, astronomului, astronom de

αστρονόμος στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
astronom, astronomer, astronoma

αστρονόμος στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
astronóm, astronom, astronómom
Τυχαίες λέξεις