Usel στα ελληνικά
Μετάφραση: usel, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ταπεινός, κακόμοιρος, πενιχρός, χάλια, οικτρός, ελεεινός, άθλιος, αξιολύπητος, άθλια, άθλιες, άθλιους, άθλιο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ursäkta στα ελληνικά - δικαιολογία, αφορμή, συγχωρώ, αποτελεί δικαιολογία, δικαιολογία για, συγχωρείτε, Excuse
- urval στα ελληνικά - επιλογή, εκλεκτός, επιλογής, την επιλογή, ποικιλία, η επιλογή
- usling στα ελληνικά - κακόμοιρος, φουκαράς, wretch, εξαθλιωμένου, αχρεία, το κάθαρμα
- utan στα ελληνικά - όμως, αλλά, άνευ, χωρίς, χωρίς να, δεν, χωρίς την
Τυχαίες λέξεις
Usel στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ταπεινός, κακόμοιρος, πενιχρός, χάλια, οικτρός, ελεεινός, άθλιος, αξιολύπητος, άθλια, άθλιες, άθλιους, άθλιο
Μεταφράσεις: ταπεινός, κακόμοιρος, πενιχρός, χάλια, οικτρός, ελεεινός, άθλιος, αξιολύπητος, άθλια, άθλιες, άθλιους, άθλιο