Alçaltmak στα ελληνικά

Μετάφραση: alçaltmak, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ξεφτιλίζω, ταπεινώνω, προστυχαίνω, χαμηλώνω, bemean
Alçaltmak στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • alçak στα ελληνικά - χαμηλός, χαμηλή, χαμηλής, χαμηλό, χαμηλού
  • alçaklık στα ελληνικά - ταπείνωση, δυσμένεια, κρίμα, ντροπή, όνειδος, προστυχιά
  • alıcı στα ελληνικά - παραλήπτης, εκκαθαριστής, πλοίο, πλοίου, πλοίων, του πλοίου, πλοία
  • alım στα ελληνικά - αγορά, αγοράζω, αγοράς, την αγορά, αγορές, αγορών
Τυχαίες λέξεις
Alçaltmak στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: ξεφτιλίζω, ταπεινώνω, προστυχαίνω, χαμηλώνω, bemean