Kesmek στα ελληνικά

Μετάφραση: kesmek, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ακρωτηριάζω, ξεκόβω, κόβω, κοπεί, κομμένες, κόψτε, αποκόψει
Kesmek στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • keskin στα ελληνικά - αιφνίδιος, έντονος, ανελέητος, διαπεραστικός, αυστηρός, σκληρός, ενδιαφερόμενος, ...
  • kesme στα ελληνικά - κοπή, κόβω, κόψιμο, κοπής, τεμαχισμού, κοπτική
  • kestane στα ελληνικά - κάστανο, καστανιά, καστανιές, καστανιάς, κάστανου
  • keyfi στα ελληνικά - αυθαίρετος, αυθαίρετη, αυθαίρετες, αυθαίρετων, αυθαίρετο
Τυχαίες λέξεις
Kesmek στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: ακρωτηριάζω, ξεκόβω, κόβω, κοπεί, κομμένες, κόψτε, αποκόψει