Mutlu στα ελληνικά

Μετάφραση: mutlu, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ευτυχισμένος, ευτυχής, ευτυχισμένη, χαρούμενος, ευτυχισμένο
Mutlu στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • musluk στα ελληνικά - κόκορας, πετεινός, βρύση, βρύσης, πατήστε, της βρύσης, πιέστε
  • mutlak στα ελληνικά - απόλυτος, απόλυτη, απόλυτο, απόλυτης, απόλυτες
  • mutluluk στα ελληνικά - ευτυχία, την ευτυχία, ευτυχίας, η ευτυχία, χαρά
  • mutsuz στα ελληνικά - πενιχρός, χάλια, δυστυχισμένος, ελεεινός, κακόμοιρος, άθλιος, δυστυχής, ...
Τυχαίες λέξεις
Mutlu στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: ευτυχισμένος, ευτυχής, ευτυχισμένη, χαρούμενος, ευτυχισμένο