Únik στα ελληνικά

Μετάφραση: únik, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δραπέτευση, πτήση, απόδραση, ξεφεύγω, δραπετεύω, φυγή, διαρροή, διαρροής, διαρροών, διαρροές, διαφυγής
Únik στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • balzamovat στα ελληνικά - ταριχεύω, βαλσαμώνω, βαλσάμωναν, βαλσαμώνουν, ταρίχευση, βαλσάμωναν τα
  • během στα ελληνικά - διαμέσου, κατά την διάρκεια, κατά, κατά τη διάρκεια, διάρκεια, κατά τη διάρκεια της
  • cizoložník στα ελληνικά - μοιχός, μοιχό, μοιχεύει
  • obchod στα ελληνικά - προβληματισμός, ανησυχία, δεσμός, υπόθεση, ψωνίζω, αγορά, παζαρεύω, ...
Τυχαίες λέξεις
Únik στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δραπέτευση, πτήση, απόδραση, ξεφεύγω, δραπετεύω, φυγή, διαρροή, διαρροής, διαρροών, διαρροές, διαφυγής