Lakovat στα ελληνικά
Μετάφραση: lakovat, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βούλα, βάφω, βερνικώνω, φώκια, χρώμα, μπογιά, ζωγραφίζω, ζωγραφίσει, ζωγραφίζει
Μεταφράσεις
- lakota στα ελληνικά - βουλιμία, απληστία, τσιγκουνιά, φιλαργυρία, απληστίας, την απληστία, η απληστία, ...
- lakotný στα ελληνικά - άπληστος, παραδόπιστος, φιλάργυρος, λαίμαργος, esurient
- laktace στα ελληνικά - γαλουχία, γαλουχίας, τη γαλουχία, της γαλουχίας, θηλασμού
- lalok στα ελληνικά - λοβός, λοβού, λοβό, λοβών, λοβό του
Τυχαίες λέξεις
Lakovat στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βούλα, βάφω, βερνικώνω, φώκια, χρώμα, μπογιά, ζωγραφίζω, ζωγραφίσει, ζωγραφίζει
Μεταφράσεις: βούλα, βάφω, βερνικώνω, φώκια, χρώμα, μπογιά, ζωγραφίζω, ζωγραφίσει, ζωγραφίζει