Naplnění στα ελληνικά
Μετάφραση: naplnění, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γέμισμα, σφράγισμα, χορταστικός, εκπλήρωση, τήρηση, εκπλήρωσης, εκτέλεση, την εκπλήρωση
Μεταφράσεις
- naplnit στα ελληνικά - εκπληρώνω, ζαλίκι, ικανοποιώ, πραγματοποιώ, ολοκληρώνω, ανεφοδιάζω, ολόκληρος, ...
- naplno στα ελληνικά - σε πλήρη, με πλήρη, την πλήρη, σε πλήρες, στην πλήρη
- naplněný στα ελληνικά - μεστός, γεμάτος, πλήρης, ολικός, υπερπλήρης, γεμάτη, κορεσμένη
- naplánování στα ελληνικά - χρονοδρομολόγηση, προγραμματισμού, προγραμματισμό, προγραμματισμός, τον προγραμματισμό
Τυχαίες λέξεις
Naplnění στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γέμισμα, σφράγισμα, χορταστικός, εκπλήρωση, τήρηση, εκπλήρωσης, εκτέλεση, την εκπλήρωση
Μεταφράσεις: γέμισμα, σφράγισμα, χορταστικός, εκπλήρωση, τήρηση, εκπλήρωσης, εκτέλεση, την εκπλήρωση