Okopírovat στα ελληνικά

Μετάφραση: okopírovat, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αντίγραφο, αντιγράφω, αντίτυπο, αντιγράφου, αντιγραφής, αντιγραφή
Okopírovat στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • okolo στα ελληνικά - παρελθόν, περασμένος, γύρω, περί, περιοδεία, από, περίπου, ...
  • okolí στα ελληνικά - μαχαλάς, σκηνή, περίχωρα, γειτονιά, περιβάλλον, ακολουθία, τοπίο, ...
  • okoralý στα ελληνικά - μπαγιάτικος, κακότροπος, φλοιώδη, κρούστας, δίσκο κρούστας, φλοιώδης
  • okorat στα ελληνικά - ξεραίνω, κρούστα, φλοιό, φλοιού, κρούστας, κόρα
Τυχαίες λέξεις
Okopírovat στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αντίγραφο, αντιγράφω, αντίτυπο, αντιγράφου, αντιγραφής, αντιγραφή