Pustý στα ελληνικά
Μετάφραση: pustý, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άδειος, γυμνός, κενό, ανεμοδαρμένος, έρημος, έρημο, ερήμου, της ερήμου, στην έρημο
Μεταφράσεις
- horák στα ελληνικά - καυστήρας, καυστήρα, του καυστήρα, εγγραφής, καυστήρων
- kapilarita στα ελληνικά - τριχοειδής, τριχοειδούς φαινομένου, τριχοειδούς ιδιότητας, τριχοειδές φαινόμενο, της τριχοειδούς ιδιότητας
- metro στα ελληνικά - υπόγειος, σωλήνας
- mladistvost στα ελληνικά - νεανικότητα, νεαρότης, γενεότητα, γενεότης, νεανικότης
Τυχαίες λέξεις
Pustý στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άδειος, γυμνός, κενό, ανεμοδαρμένος, έρημος, έρημο, ερήμου, της ερήμου, στην έρημο
Μεταφράσεις: άδειος, γυμνός, κενό, ανεμοδαρμένος, έρημος, έρημο, ερήμου, της ερήμου, στην έρημο