Scházet στα ελληνικά
Μετάφραση: scházet, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χάνω, έλλειψη, συγκαλώ, αποτυγχάνω, αστοχώ, ανάγκη, θέλω, δεσποινίς, Γνώρισε, Γνωρίστε, πληρούν, συναντήστε, συναντώνται
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- důvěřující στα ελληνικά - σίγουρος, βέβαιος, πεπεισμένος, αυτοπεποίθηση, σίγουροι
- mateřství στα ελληνικά - μητρότητα, μητρότητας, τη μητρότητα, της μητρότητας, η μητρότητα
- naše στα ελληνικά - δικός μας, δική μας, δικό μας, το δικό μας, τη δική μας
- obnovovat στα ελληνικά - αναβαθμίζω, ανακτώ, αναρρώνω, επανακτώ, αναβάθμιση, αποκατασταθεί, αποκαταστήσει, ...
Τυχαίες λέξεις
Scházet στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χάνω, έλλειψη, συγκαλώ, αποτυγχάνω, αστοχώ, ανάγκη, θέλω, δεσποινίς, Γνώρισε, Γνωρίστε, πληρούν, συναντήστε, συναντώνται
Μεταφράσεις: χάνω, έλλειψη, συγκαλώ, αποτυγχάνω, αστοχώ, ανάγκη, θέλω, δεσποινίς, Γνώρισε, Γνωρίστε, πληρούν, συναντήστε, συναντώνται