Äsken στα ελληνικά
Μετάφραση: äsken, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πρόσφατα, αργά, αργός, αποθανών, όψιμος, έχω μόνο, έχω απλώς, ήθελα να κάνω, θα πω μόνο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- agitaatio στα ελληνικά - ταραχή, ανακίνηση, αναταραχή, ανάδευση, ανάδευσης
- hana στα ελληνικά - παρακεντώ, βρύση, κόκορας, πετεινός, κρουνός, καβλί, κόκορα, ...
- kansallisuus στα ελληνικά - υπηκοότητα, ιθαγένεια, εθνικότητα, ιθαγένειας, εθνικότητας, ιθαγενείας
- lentokenttä στα ελληνικά - χωράφι, τομέας, πεδίο, αεροδρόμιο, το αεροδρόμιο, αερολιμένα, αεροδρομίου, ...
Τυχαίες λέξεις
Äsken στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πρόσφατα, αργά, αργός, αποθανών, όψιμος, έχω μόνο, έχω απλώς, ήθελα να κάνω, θα πω μόνο
Μεταφράσεις: πρόσφατα, αργά, αργός, αποθανών, όψιμος, έχω μόνο, έχω απλώς, ήθελα να κάνω, θα πω μόνο