Aitio στα ελληνικά

Μετάφραση: aitio, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περίφραξη, μάντρα, εσώκλειστο, περίφραγμα, Aitio
Aitio στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aita στα ελληνικά - ταμπέλα, στένωση, μπάρα, φραγμός, σανίδωμα, τοίχος, μάντρα, ...
  • aitaus στα ελληνικά - περίφραξη, εσώκλειστο, περίφραγμα, μάντρα, στυλό, πένα, συσκευή τύπου πένας, ...
  • aito στα ελληνικά - γνήσιος, ολοκληρώνω, ολόκληρος, τέλειος, πρωτότυπος, απόλυτος, αυθεντικός, ...
  • aitoa στα ελληνικά - αυθεντικός, γνήσιος, γνήσια, πραγματική, γνήσιο, πραγματικής
Τυχαίες λέξεις
Aitio στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περίφραξη, μάντρα, εσώκλειστο, περίφραγμα, Aitio