Koomikko στα ελληνικά
Μετάφραση: koomikko, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αστείος, περίεργος, κωμικός, κωμικό, κωμικού, τον κωμικό, ο κωμικός
Μεταφράσεις
- kookas στα ελληνικά - ψηλός, χονδροειδής, αγροίκος, γερός, μεγάλος, ρωμαλέος, ανθεκτικός, ...
- kooma στα ελληνικά - κώμα, κώματος, το κώμα, σε κώμα
- koominen στα ελληνικά - κωμικός, αστείος, κόμικς, κόμικ, κωμικό, κωμική
- koordinaatio στα ελληνικά - συντονισμός, συντονισμού, συντονισμό, το συντονισμό, του συντονισμού
Τυχαίες λέξεις
Koomikko στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αστείος, περίεργος, κωμικός, κωμικό, κωμικού, τον κωμικό, ο κωμικός
Μεταφράσεις: αστείος, περίεργος, κωμικός, κωμικό, κωμικού, τον κωμικό, ο κωμικός