Päihtynyt στα ελληνικά

Μετάφραση: päihtynyt, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μεθυσμένος, φέσι, κατάσταση μέθης, σε κατάσταση μέθης, μέθης, μεθυσμένων
Päihtynyt στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • päihittää στα ελληνικά - νικώ, κερδίζω, κατανικώ, καταβάλλω, υπερνικώ, ήττα, υπερβαίνω, ...
  • päihtymys στα ελληνικά - μέθη, δηλητηρίαση, δηλητηρίασης, μέθης, δηλητηρίαση από
  • päihtyä στα ελληνικά - να πάρει υψηλή, πάρει υψηλές, πάρει υψηλή, πάρετε τις υψηλές, πάρετε υψηλή
  • päin στα ελληνικά - προς, σε, για, προς την, έναντι, προς την κατεύθυνση
Τυχαίες λέξεις
Päihtynyt στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μεθυσμένος, φέσι, κατάσταση μέθης, σε κατάσταση μέθης, μέθης, μεθυσμένων