Álykta á grísku

Þýðing: álykta, Orðabók: íslenska » gríska

Upprunalega tungumál:
íslenska
Markmiðs Tungumál:
gríska
Þýðingar:
συμπεραίνομαι, συμπεραίνω, καταλήγω, τελειώνω, κατέληξε στο συμπέρασμα, συναφθεί, συνάπτονται, συνήφθη, το συμπέρασμα
Álykta á grísku
Skyld orð
Önnur tungumál

Skyld orð: álykta

álykta enska, álykta tungumála orðabók gríska, álykta á grísku

Þýðingar

  • álfur á grísku - νεράιδα, ξωτικό, Elf, η Elf, το ξωτικό, την Elf
  • álit á grísku - παρουσίαση, εμφάνιση, γνώμη, γνωμοδότηση, γνωμοδότησης, τη γνώμη, γνώμης
  • ályktun á grísku - συμπέρασμα, τέλος, λήξη, ψήφισμα, ανάλυση, ψηφίσματος, ψήφισμα του, ...
  • álíta á grísku - σκέπτομαι, θεωρώ, νομίζω, σκέφτομαι, Πιστεύοντας, Θεωρώντας, πίστη, ...
Orð af handahófi
Álykta á grísku - Orðabók: íslenska » gríska
Þýðingar: συμπεραίνομαι, συμπεραίνω, καταλήγω, τελειώνω, κατέληξε στο συμπέρασμα, συναφθεί, συνάπτονται, συνήφθη, το συμπέρασμα