Ítarlega á grísku
Þýðing: ítarlega, Orðabók: íslenska » gríska
Upprunalega tungumál:
íslenska
Markmiðs Tungumál:
gríska
Þýðingar:
πλήρως, λεπτομερής, λεπτομερείς, λεπτομερή, λεπτομερών, αναλυτικές
Skyld orð
Önnur tungumál
Skyld orð: ítarlega
ítarlega eða ítarlega, ítarlega ýtarlega, ítarlega tungumála orðabók gríska, ítarlega á grísku
Þýðingar
- ímynd á grísku - εικόνα, είδωλο, εικόνας, image, εικόνα από, την εικόνα
- ís á grísku - πάγος, πάγου, Ice, πάγο, στον Πάγο
- ítarlegur á grísku - διεξοδικός, λεπτομερής, πλήρης, διεξοδική, ενδελεχή, εμπεριστατωμένη, λεπτομερή
- ítreka á grísku - επαναλαμβάνω, επαναβεβαιώνουν, επιβεβαιώνουν, επαναβεβαιώσει, επιβεβαιώσει, επιβεβαιώσουν
Orð af handahófi
Ítarlega á grísku - Orðabók: íslenska » gríska
Þýðingar: πλήρως, λεπτομερής, λεπτομερείς, λεπτομερή, λεπτομερών, αναλυτικές
Þýðingar: πλήρως, λεπτομερής, λεπτομερείς, λεπτομερή, λεπτομερών, αναλυτικές