Austur á grísku
Þýðing: austur, Orðabók: íslenska » gríska
Upprunalega tungumál:
íslenska
Markmiðs Tungumál:
gríska
Þýðingar:
ανατολή, ανατολικά, ανατολική, ανατολικό, ανατολικής
Skyld orð
Önnur tungumál
Skyld orð: austur
austur steikhús, austur skemmtistaður, austur þýskaland, austur kongó, austur bar, austur tungumála orðabók gríska, austur á grísku
Þýðingar
- aumur á grísku - ελεεινός, κακόμοιρος, άθλιος, χάλια, άθλια, άθλιες, άθλιους, ...
- ausa á grísku - βουτώ, σέσουλα, κουτάλα, κουταλιά, Scoop, σεσουλών
- auðkenna á grísku - σημαίνω, βαθμός, σημειώνω, εντοπισμό, προσδιορίζουν, προσδιορίσει, τον εντοπισμό, ...
- auðmýkt á grísku - ταπεινοφροσύνη, ταπεινότητα, ταπεινότητας, ταπεινοφροσύνης, την ταπεινότητα
Orð af handahófi
Austur á grísku - Orðabók: íslenska » gríska
Þýðingar: ανατολή, ανατολικά, ανατολική, ανατολικό, ανατολικής
Þýðingar: ανατολή, ανατολικά, ανατολική, ανατολικό, ανατολικής