Digur á grísku
Þýðing: digur, Orðabók: íslenska » gríska
Upprunalega tungumál:
íslenska
Markmiðs Tungumál:
gríska
Þýðingar:
θαρραλέος, πυκνός, γερός, εύσωμος, κοντοκάθημαι, κατάληψη, squat, οκλαδόν, στάση οκλαδόν
Önnur tungumál
Skyld orð: digur
digger games, sigur ros, digur tungumála orðabók gríska, digur á grísku
Þýðingar
- demantur á grísku - διαμάντι, διαμαντιών, διαμάντια, με διαμάντια, διαμαντιού
- deyja á grísku - πεθάνω, αποθνήσκω, τεζάρω, πεθαίνω, κύβος, πεθαίνουν, πεθάνει, ...
- dimma á grísku - σκοτάδι, σκούρο, σκοτεινό, σκοτεινή, σκούρα
- dimmur á grísku - σκοτεινός, βαθύς, μουχρός, μελαχρινός, σκούρος, αμυδρός, αμυδρό, ...
Orð af handahófi
Digur á grísku - Orðabók: íslenska » gríska
Þýðingar: θαρραλέος, πυκνός, γερός, εύσωμος, κοντοκάθημαι, κατάληψη, squat, οκλαδόν, στάση οκλαδόν
Þýðingar: θαρραλέος, πυκνός, γερός, εύσωμος, κοντοκάθημαι, κατάληψη, squat, οκλαδόν, στάση οκλαδόν