Fullgera á grísku

Þýðing: fullgera, Orðabók: íslenska » gríska

Upprunalega tungumál:
íslenska
Markmiðs Tungumál:
gríska
Þýðingar:
ολοκληρώνω, τερματισμός, ολόκληρος, περατώνω, τέλος, τελειώνω, πλήρης, πλήρη, πλήρες, πλήρους, ολοκληρωθεί
Fullgera á grísku
Skyld orð
Önnur tungumál

Skyld orð: fullgera

fullgera tungumála orðabók gríska, fullgera á grísku

Þýðingar

  • fugl á grísku - πουλί, κόμματος, πτηνών, πουλιών, των πτηνών, πτηνό
  • fullkominn á grísku - ολόκληρος, ολοκληρώνω, περατώνω, απόλυτος, τελικός, τελική, απόλυτη, ...
  • fullnægja á grísku - πραγματοποιώ, εκπληρώνω, ικανοποιώ, χορταίνω, ικανοποιούν, Ικανοποιήστε, να πείθει
Orð af handahófi
Fullgera á grísku - Orðabók: íslenska » gríska
Þýðingar: ολοκληρώνω, τερματισμός, ολόκληρος, περατώνω, τέλος, τελειώνω, πλήρης, πλήρη, πλήρες, πλήρους, ολοκληρωθεί