Hafnbann á grísku

Þýðing: hafnbann, Orðabók: íslenska » gríska

Upprunalega tungumál:
íslenska
Markmiðs Tungumál:
gríska
Þýðingar:
απαγόρευση, απαγόρευσης, την απαγόρευση, απαγόρευση των, απαγορεύσεως
Hafnbann á grísku
Önnur tungumál

Skyld orð: hafnbann

hafnbann tungumála orðabók gríska, hafnbann á grísku

Þýðingar

  • hafna á grísku - απορρίπτω, σκουπίδια, λιμένες, λιμάνια, θύρες, τα λιμάνια, λιμένων
  • hafnarbær á grísku - λιμάνι, αριστερός, λιμανιού, λιμένα, το λιμάνι, λιμάνι της
  • hafrar á grísku - βρόμη, βρώμη, βρώμης, τη βρώμη, βρώμες, βρώμης που
  • haga á grísku - αντεπεξέρχομαι, καταφέρνω, κανονίζω, διευθύνω, τακτοποιώ, εκτελέσει, εκτελούν, ...
Orð af handahófi
Hafnbann á grísku - Orðabók: íslenska » gríska
Þýðingar: απαγόρευση, απαγόρευσης, την απαγόρευση, απαγόρευση των, απαγορεύσεως