Samtíða á grísku
Þýðing: samtíða, Orðabók: íslenska » gríska
Upprunalega tungumál:
íslenska
Markmiðs Tungumál:
gríska
Þýðingar:
σύγχρονος, ταυτόχρονα, ταυτοχρόνως, συγχρόνως, συγχρόνως με
Skyld orð
Önnur tungumál
Skyld orð: samtíða
samtíða tungumála orðabók gríska, samtíða á grísku
Þýðingar
- samtal á grísku - συνομιλία, συζήτηση, συνομιλίας, συζήτησης, κουβέντα
- samtenging á grísku - σύνδεσμος, διασύνδεσης, διασύνδεση, τη διασύνδεση, διασύνδεσή, της διασύνδεσης
- samtíðarmaður á grísku - σύγχρονος, σύγχρονος άνθρωπος, ο σύγχρονος άνθρωπος, σύγχρονο άνθρωπο, σύγχρονου ανθρώπου, σημερινού ανθρώπου
- samur á grísku - ίδιος, πανομοιότυπα, ταυτόσημα, πανομοιότυπο, τον ίδιο, ίδιο τρόπο
Orð af handahófi
Samtíða á grísku - Orðabók: íslenska » gríska
Þýðingar: σύγχρονος, ταυτόχρονα, ταυτοχρόνως, συγχρόνως, συγχρόνως με
Þýðingar: σύγχρονος, ταυτόχρονα, ταυτοχρόνως, συγχρόνως, συγχρόνως με